Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

Η ιστορία του Κού

Η Ελλάδα δεν αγαπάει τους ξένους. Ποτέ δεν τους αγάπησε. Τους παράνομους ξένους έστω. Γιατί τους τουρίστες τους ερωτεύτηκε. Εγώ ποτέ δεν είχα κανένα πρόβλημα με το χρώμα, με την εθνικότητα, με τη γλώσσα, με τη θρησκεία. Γιά μένα όλοι άνθρωποι είναι. Ίσοι καί όμοιοι. Ο Κού είναι ένας από αυτούς. Είναι Ασιάτης καί πουλάει, αντικειμενικά, άχρηστα αντικείμενα για να βγάλει τα προς το ζην. Άνθρωπος που παράτησε τη χώρα του προκειμένου να ζητήσει ένα καλύτερο μέλλον. Δεν το επέλεξε, αναγκάστηκε. Όπως οι περισσότεροι μετανάστες έστω. Ζεί με ανύπαρκτα λεφτά, αντιμετωπίζοντας καθημερινά την Αρεία Φυλή των Ελληναράδων που θεωρούν πως είναι γνήσιοι απόγονοι του Περικλή, οι οποίοι τους κυνηγούν, τους δέρνουν καί, πολλές φορές, τους σκοτώνουν. Η ζωή του όλη μέρα είναι τρέξιμο. Από την Αστυνομία, τους "πατριώτες", την Ελλάδα ολόκληρη. Για τον Κού άκουσα από τη Μαρία. Πηγαίνει στην κρεπερί που δουλεύει και πουλάει πραγματάκια. Το αφεντικό του δίνει να φάει δωρεάν όσες φορές τη μέρα θελήσει. Αυτός είναι άνθρωπος. Τη Μαρία την αγαπάει ο Κού, της κάνει δώρο κάτι άχρηστα κουκλάκια, κάτι μπρελόκ λέηζερ, κάτι από όλα αυτά τα άχρηστα που πουλάει. Δεν είχε τύχει ποτέ να τον γνωρίσω από κοντά. Έτυχε σήμερα. Την ώρα που έτρωγα με τη Μαρία, μπήκε στο μαγαζί που τρώγαμε να πουλήσει ό'τι μπορούσε. Ήταν πολύ περιποιημένος. Μάυρη μπλούζα πόλο με μαύρο παντελόνι. Αυτό όμως που προκαλούσε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν το αληθινό χαμόγελο του. Μόλις είδε τη Μαρία, ήρθε στο τραπέζι να τη χαιρετήσει. Με κοίταξε αμήχανα. Του χαμογέλασα και του έδωσα το χέρι μου. Ξαφνιάστηκε. Υποθέτω γιατί όταν κάποιος του απλώνει το χέρι είναι για να τον χτυπήσει. Πάντως όχι για καλό. "΄Γειά σου Κού, είμαι ο Νίκος" του είπα. Χαμογέλασε τόσο αληθινά καί χάρηκε τόσο πολύ που του μίλησα που αυτό αντανακλούσε στο πρόσωπο του. " Αυτό είναι το φίλο σου;" ρώτησε τη Μαρία. Εκείνη του είπε "ναί'. Τότε ο Κου βάζει το χέρι μέσα στην πραμάτεια του και μου δίνει έναν μικρό φακό στο χέρι. Με κοιτάζει και μου λέει "Ντώρο". Είναι από τις λίγες φορές που ξαφνιάζομαι τόσο. Του χαμογελάω καί τον χιλιοευχαρίστησα. Ξαφνικά με έπιασα να αισθάνομαι τόσο άσχημα. Γιατί τους φερόμαστε έτσι; γιατί αυτοί μας αγαπούν τόσο και εμείς καθόλου; γιατί να αναγκάζονται οι άνθρωποι να ξεριζόνωνται;. Κανείς δε θα μου τα απαντήσει αυτά, σίγουρα. Εγώ ένα ξέρω. Λίγη ανθρωπιά να είχαμε από αυτή του Κού θα ήμασταν καλύτεροι άνθρωποι. Κου ευχαριστώ και συγνώμη (που δεν λέμε να καταλάβουμε πως είσαι άνθρωπος).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου